Thursday, March 29, 2007

Διάλογος στο ΠΑ.ΣΟ.Κ.

Το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει ανεβάσει ειδική ιστοσελίδα διαλόγου για το πρόγραμμά του. Αξίζει, νομίζω, τον κόπο να δείτε όχι μόνο το πρόγραμμα καθ' εαυτό, αλλά και τα σχόλια των περισσοτέρων επισκεπτών (οπαδών, ως επί το πλείστον, του ΠΑ.ΣΟ.Κ.), ώστε να πάρετε μια ιδέα για τη νοοτροπία τους και τον τρόπο σκέψεώς τους. Φοβάμαι ότι οι περισσότεροι διακατέχονται από τα κλασσικά προστατευτικά σύνδρομα και τη ρηχή και γενικόλογη ανάλυση που οδηγεί σ' αυτό που έχει, προσφυώς, αποκληθεί απόπειρα για shortcuts to utopia, δηλαδή λύσεις κρατικού παρεμβατισμού που θα οδηγήσουν (σχεδόν αυτομάτως) στη "δίκαιη κοινωνία". Μερικές διακηρύξεις φθάνουν στο επίπεδο του στρουθοκαμηλισμού, ιδίως οι σχετικές με την κοινωνική ασφάλιση, θέμα το οποίο ενδιαφέρει ιδιαιτέρως, και για το οποίο θα κάνουμε ειδική μνεία.

Tuesday, March 27, 2007

Oλίγη εξωτερική πολιτική

Η ιδρυτική διακήρυξη της "Φιλελεύθερης Συμμαχίας" αναφέρει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

Υποστηρίζουμε τη διεθνή ειρήνη και συνεργασία. Ταυτόχρονα όμως, η διεθνής δημοκρατική κοινότητα δεν μπορεί και δεν πρέπει να μένει απαθής σε γενοκτονίες και άλλες κραυγαλέες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που υφίστανται οι λαοί του τρίτου κόσμου. Στο πλαίσιο της διεθνούς νομιμότητας οι ανθρωπιστικές επεμβάσεις, όταν είναι αναγκαίες, δεν θα πρέπει να θεωρούνται κατάργηση της εθνικής κυριαρχίας, αλλά αποκατάστασή της προς όφελος των ανθρώπων που υποφέρουν. Έτσι, ένα κράτος που παραβιάζει με αποτρόπαιες πράξεις τη συμβίωση των πολιτών του, δεν δικαιούται να προβάλλει την εθνική του κυριαρχία και η διεθνής κοινότητα έχει καθήκον να επέμβει για να διασώσει τους πολίτες που κινδυνεύουν με βάση το διεθνές δίκαιο και τους μηχανισμούς που αυτό προβλέπει. Για την ελευθερία και την ασφάλεια της Ευρώπης και για την ειρήνη στον κόσμο απαιτείται κοινή εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε συνεργασία, στο πλαίσιο του ΟΗΕ, με τα μέλη της Ατλαντικής Συμμαχίας και ιδίως τις ΗΠΑ.

Κάποιοι φίλοι έχουν εκφράσει επιφυλάξεις για τις θέσεις αυτές - ειδικά αυτό το "ιδίως τις ΗΠΑ" δεν τους πολυάρεσε. Δεν σκοπεύω να παρουσιάσω τα επιχειρήματά τους στο αρχικό post, επειδή οι ίδιοι μπορούν να τα διατυπώσουν με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια και ενάργεια (και τους καλώ να το κάνουν!). Εσείς τι πιστεύετε;

Sunday, March 25, 2007

50 χρόνια προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ...

... η οποία φαίνεται όλο και πιο μακρινή.

Η ιδέα της σταδιακής ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ξεκίνησε λίγο μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν πολύ σημαντική η στιγμή, κατά την οποία δύο "προαιώνιοι" εχθροί, η Γαλλία και η (τότε Δυτική) Γερμανία συμφώνησαν, το 1951, να ιδρύσουν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα μαζί με την Ιταλία και τις χώρες της Μπενελούξ και να θέσουν υπό κοινό έλεγχο την παραγωγή και κυκλοφορία του άνθρακα και του χάλυβα, των δύο πρώτων υλών που σχετίζονταν, περισσότερο από οποιεσδήποτε άλλες, με τον πόλεμο. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα σε μια διαδικασία, η οποία θα οδηγούσε στις "Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης". Το επόμενο τεράστιο βήμα έγινε με την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης σαν σήμερα, το 1957.

Από τότε μέχρι σήμερα οι εξελίξεις είναι πολλές και σημαντικές. Τα έξι αρχικά κράτη-μέλη έχουν γίνει 27 και η συνεργασία έχει διευρυνθεί σε πάρα πολλούς τομείς, στο σημείο που να υπάρχει κοινό νόμισμα για σχεδόν τα μισά από τα κράτη που μετέχουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση (το σύγχρονο φορέα της Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης), να γίνεται σοβαρή προσπάθεια για την άσκηση κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολλές από τις αποφάσεις, που έχουν άμεση επίδραση στην καθημερινότητα των κατοίκων των κρατών αυτών να λαμβάνονται σε υπερεθνικό επίπεδο, από τα όργανα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, Συνθήκη του Μάαστριχτ/ του Άμστερνταμ/ της Νίκαιας, οι σημαντικότερες τροποποιήσεις των συνθηκών με επανοριοθέτηση των στόχων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και διεύρυνση των αρμοδιοτήτων των κοινοτικών οργάνων. Συνθήκη για το Σχέδιο Συντάγματος για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η αποτυχημένη προσπάθεια μιας ακόμη υπέρβασης της σημερινής κατάστασης προς την κοινή ευρωπαϊκή πορεία.

Παρ' όλες αυτές τις αλλαγές, όμως, κάπου ο δρόμος έχει χαθεί - έχει ξεφύγει από την ευθεία πορεία και είναι αμφίβολο πλέον εάν και η γενική του κατεύθυνση είναι προς την ολοκλήρωση. Οι τεράστιες πρόσφατες διευρύνσεις έχουν προσθέσει στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέλη, τα οποία έχουν εντελώς διαφορετικό όραμα για την Ευρώπη που επιθυμούν. Η εμβάθυνση των ευρωπαϊκών θεσμών δεν έχει προχωρήσει στο βάθος εκείνο, που θα επέτρεπε μετ' ασφαλείας την παραδοχή νέων κρατών στην ευρωπαϊκή οικογένεια χωρίς αλλοίωση των βασικών κοινών στόχων - έτσι, η εισδοχή νέων μελών, παρά τις φρέσκιες ιδέες που έφερε σε μεγάλο βαθμό (λ.χ. η οικονομική ανάπτυξη της Εσθονίας θα μπορούσε να διδάξει πολλά στους γραφειοκράτες των Βρυξελλών), μπορεί τελικά να πάει την ουσιαστική ολοκλήρωση πολλά χρόνια πίσω, ίσως και να την ανατρέψει.

Πέρα από αυτό, τουλάχιστον στην Ελλάδα παρατηρούμε ότι η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αντιμετωπίζεται με καχυποψία. Οι Έλληνες δεν νοιώθουμε περισσότερο "Ευρωπαίοι", μέλη μιας μεγάλης οικογένειας, όσο προχωρά ο καιρός - αντιθέτως, δυσανασχετούμε με τα μέτρα που καλούμεθα να λάβουμε, ως κράτος, για να εναρμονισθούμε με το κοινοτικό δίκαιο και να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις που έχουμε αναλάβει ως μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Βρυξέλλες είναι ο "κακός μπαμπούλας", οι πολιτικοί μας λένε:"Ξέρετε, δεν θα θέλαμε να λάβουμε το τάδε (κατά κανόνα ουσιαστικό, εξυγιαντικό κι εν τέλει επωφελές για την οικονομία μας) μέτρο, αλλά μας το επιβάλλουν οι Βρυξέλλες." Τα μέλη της Επιτροπής που μας επεσήμαιναν την παραβίαση του κοινοτικού δικαίου, η οποία γινόταν με τη θέσπιση της νομοθεσίας περί "βασικού μετόχου" παρουσιάζονταν, λίγο έως πολύ, ως "υπαλληλίσκοι" που δεν είχαν καμμία δουλειά να κάνουν υποδείξεις σ' ένα κυρίαρχο κράτος, όπως το δικό μας.

Με μια τέτοια νοοτροπία στην Ελλάδα (κι ενδεχομένως και σ' άλλα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως), με την ανομοιογένεια που χαρακτηρίζει όλο και περισσότερο την αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης από τα επιμέρους κράτη, λέτε να πηγαίνουμε μπρος (προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση) ή πίσω;

Saturday, March 10, 2007

Η σύμβαση εξαρτημένης δουλείας ή γιατί ο εργοδότης είναι ισχυρότερος από τον εργαζόμενο

Το εργατικό δίκαιο, λένε κάποιοι από τους θεωρητικούς του, είναι μεροληπτικό δίκαιο (κάποιοι υποστηρίζουν ότι είναι και ταξικό δίκαιο, καθώς προέκυψε ως αποτέλεσμα ταξικών διεκδικήσεων), είναι το δίκαιο που προστατεύει τον εργαζόμενο και εξισορροπεί, μέσω της κρατικής παρεμβάσεως, τη δυσμενή θέση του έναντι του οικονομικώς ισχυρότερου εργοδότη. Επισημαίνεται από αυτή την άποψη ότι ο εργαζόμενος πρέπει να προστατευθεί, διότι, στα πλαίσια μιας σύμβασης εξαρτημένης εργασίας, θέτει την ίδια του την ύπαρξη, το σύνολο των παραγωγικών του δυνάμεων, στη διάθεση του εργοδότη του κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας.

Η θεώρηση αυτή, η οποία εξομοιώνει τον εργαζόμενο λίγο έως πολύ με σκλάβο, συχνά χρησιμοποείται, ώστε να δικαιολογηθούν συναισθηματικά κάποιες διατάξεις προστατευτικές για τους εργαζομένους. Παραβλέπει όμως πολλές παραμέτρους, οι οποίες έχουν, εκτός από συναισθηματική αξία, και σημασία στο πεδίο επιλογών "κοινωνικής" πολιτικής.

Με τη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ο εργαζόμενος αναλαμβάνει να παρέχει την εργασία του στα πλαίσια του ωραρίου που του καθορίζει ο εργοδότης, στον τόπο που του υποδεικνύει ο εργοδότης και σύμφωνα με τις οδηγίες του εργοδότη. Αυτό που παρουσιάζεται δυσμενώς ως "διάθεση όλων των παραγωγικών δυνάμεων" κατά τη διάρκεια του ωραρίου είναι, στην πραγματικότητα, η δέσμευση του εργαζομένου να εκτελεί τα καθήκοντα που αντιστοιχούν στη θέση εργασίας του (δηλαδή όχι ό,τι νάναι) με κάποια εξειδίκευση από τον εργοδότη του. Εάν ο εργαζόμενος αποδίδει 100% ή 80% των δυνατοτήτων του είναι κάτι που, στην πράξη, δύσκολα μπορεί να ελεγχθεί και, εν πάση περιπτώσει, δεν μπορεί να απολυθεί εύκολα, ακόμη κι αν αποδίδει στο 50% των δυνάμεών του.

Αλλά η βασική παράμετρος που παραλείπεται είναι ότι η υποχρέωση του εργαζομένου εξαντλείται στην παροχή της εργασίας του επί ορισμένη ώρα, δεν εξαρτάται (κατά κανόνα) ο μισθός του από την αποτελεσματικότητά του και δεν αναλαμβάνει το παραμικρό ρίσκο. Είτε πωληθούν τα προϊόντα του εργοστασίου όπου εργάζεται είτε όχι, ο εργαζόμενος θα εξακολουθήσει να έχει πλήρη την αξίωση του μισθού του έναντι του εργοδότη του. Ο εργοδότης έχει επιβαρυνθεί με τη διαδικασία, τις δαπάνες, αλλά κυρίως το ρίσκο που απαιτείται για να στηθεί η επιχείρηση, στην οποία απασχολείται ο εργαζόμενος, ο οποίος από την πλευρά του ξέρει ότι με την παρουσία του επί 8ωρο κάθε μέρα στη δουλειά αυτή αποκτά μισθολογική αξίωση. Είναι εύλογο (και, θα μπορούσε να πει κανείς, "κοινωνικά δίκαιο"), συνεπώς, η προσδοκία κέρδους του επιχειρηματία, για τους παραπάνω λόγους, να είναι σημαντικά μεγαλύτερη από τις μισθολογικές απολαβές του εργαζομένου. Μάλιστα, όσο περισσότερους εργαζομένους απασχολεί ένας εργοδότης, τόσο μεγαλύτερο ρίσκο αναλαμβάνει - ως εκ τούτου, δικαιολογείται και λειτουργικά ακόμη περισσότερο η εσόδευση από αυτόν μεγαλύτερων κερδών.

Κατά κανόνα, λοιπόν, οι εργοδότες είναι οικονομικά ισχυρότεροι από τους εργαζομένους. Η πολύ στρεβλή κρατούσα αντίληψη θεωρεί ότι, για το λόγο αυτό, οι εργοδότες έχουν το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις για τους όρους της συμβάσεως εργασίας και, στην πραγματικότητα, κατορθώνουν να επιβάλλουν στους εργαζομένους τους όρους που οι ίδιοι θέλουν. Γι' αυτό, λέει, απαιτείται να επέμβει η Πολιτεία (πανταχού παρούσα και τα πάντα πληρούσα!) και με δεσμευτικές διατάξεις της ("αναγκαστικού δικαίου" τις ονομάζουν οι νομικοί) να ορίσει κάποιο ελάχιστο επίπεδο προστασίας των εργαζομένων και ένα minimum όρων εργασίας, κάτω από το οποίο (εις βάρος των εργαζομένων) δεν επιτρέπεται να πέσει η σύμβαση εργασίας. Όπως είναι φυσικό, αφού η αντίληψη είναι αρχήθεν εσφαλμένη, είναι προς τη λάθος κατεύθυνση και οι υιοθετούμενες λύσεις.

Στην πραγματικότητα, ο λόγος που ο εργοδότης υπερέχει (συνήθως) σε διαπραγματευτική δύναμη είναι ότι οι θέσεις εργασίας είναι λιγότερες από τους αναζητούντες εργασία. Ο εργαζόμενος που δέχεται τους όρους που του επιβάλλει ο εργοδότης του δεν το κάνει θαμπωμένος από τα πλούτη του εργοδότη, αλλά επειδή φοβάται ότι δε θα βρει αλλού δουλειά. Όπως μπορεί να διαπιστωθεί, λειτουργεί παρομοίως και το αντίστροφο παράδειγμα: οι εργαζόμενοι που έχουν σπάνιες ή πολύτιμες ειδικότητες και τα καταξιωμένα διευθυντικά στελέχη έχουν μερικές φορές ακόμη και το πάνω χέρι, σε σχέση με τους εργοδότες τους, κατά τον καθορισμό των όρων της συμβάσεως εργασίας. Μπορούν να προσβλέπουν σε άλλους εργοδότες, που θα τους παράσχουν ακόμη και καλύτερους όρους - στην περίπτωση των ειδικευμένων στελεχών, η προσφορά εργασίας μπορεί να είναι ακόμη μεγαλύτερη και από τη ζήτηση εργασίας.

Έτσι, αν κάποια κυβερνητική ή κοινοβουλευτική πλειοψηφία θέλει πραγματικά να βοηθήσει τους εργαζομένους να επιτύχουν καλύτερους όρους εργασίας, πρέπει να στραφεί στην καταπολέμηση της δυσαναλογίας προσφοράς και ζητήσεως θέσεων εργασίας - ή, πρακτικά, να διασφαλίσει (ή μάλλον να μην αποτρέψει με τις άκαιρες επεμβάσεις της) τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας - δηλαδή να αποφύγει, ακριβώς, τις ενέργειες εκείνες που είναι το αποτέλεσμα της δαιμονοποίησης των εργοδοτών και της στρεβλώσεως (μέσω της διεκτραγωδήσεως, που ανέφερα προηγουμένως) του ρόλου του εργαζομένου στην παραγωγική διαδικασία. Κάποια από τα μέτρα αυτά είναι και οι διατάξεις του εργατικού δικαίου, στις οποίες αναφέρθηκα στο προηγούμενο post και τις οποίες σκοπεύω να παρουσιάσω στο μέλλον. Το παρόν κείμενο ας θεωρηθεί μια (δεύτερη) εισαγωγή στο θέμα.

Κάποιες σκέψεις για την ανεργία

Η ανεργία είναι ένα οικονομικό και κοινωνικό φαινόμενο, το οποίο μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε μόνο αν το δούμε στις θεμελιώδεις του διαστάσεις: υπάρχει αναντιστοιχία προσφοράς και ζητήσεως εργασίας, δηλαδή οι θέσεις εργασίας που προσφέρονται είναι λιγότερες από αυτούς που ζητούν να εργασθούν ή τα καθήκοντα και οι ουσιαστικές ή τυπικές απαιτήσεις τους δεν αντιστοιχούν σ' αυτά που μπορούν ή είναι πρόθυμοι να ασκήσουν οι υποψήφιοι εργαζόμενοι.

Μια συζήτηση για την ανεργία είναι πολύ μεγάλη και έχει πολλά επιμέρους ζητήματα - λ.χ. σε ποιο βαθμό βάζουμε στην ίδια μοίρα κάποιον, που κατοικεί σε περιοχή όπου δεν προσφέρεται εργασία και είναι διατεθειμένος να κάνει τα πάντα, ώστε να εργασθεί, και κάποιον, ο οποίος ζει από τους γονείς του, ενδεχομένως δεν πολυθέλει να δουλέψει, και περιμένει την ευκαιρία να χωθεί μέσω ενός γνωστού στο δημόσιο - και οι δύο αυτοί (υποθετικοί) άνθρωποι λογίζονται άνεργοι, πρέπει όμως να μας "συγκινεί" εξ ίσου η κάθε περίπτωση; Και ακόμη πιο θεμελιώδες είναι το ζήτημα εάν πρέπει να βλέπουμε την αντιμετώπιση της ανεργίας υπό το πρίσμα της ταξικής πάλης, να παίρνουμε το μέρος του "αδυνάτου" κ.λπ. Χωρίς να το συζητήσω παραπέρα (επειδή ειδικά η συζήτηση αυτή θάταν τεράστια) να αναφέρω ότι, κατά την άποψή μου, η αυξημένη και διαρκής ανεργία είναι σύμπτωμα μιας οικονομίας που γενικώς δε λειτουργεί ικανοποιητικά, επειδή, για κάποιον λόγο (κυρίως λόγω των κρατικών παρεμβάσεων) οι μηχανισμοί της αγοράς δεν μπορούν να παίξουν το ρόλο τους.

Η ανεργία είναι ένα πεδίο όπου, όπως επισημάνθηκε, οι φιλελεύθερες απόψεις πολύ συχνά κατηγορούνται ως ανάλγητες, διότι αδιαφορούμε, λέει, για την τύχη απολυμένων, μη δυναμένων να εξεύρουν εργασία κ.λπ. Παραπέμπω στο σχόλιο του κ. Τριανταφυλλόπουλου, στο οποίο αναφερόταν ότι, για να πέσει η ανεργία στο 4-5%, πρέπει πρώτα ν' ανεβεί στο 20% - εμείς, φυσικά, δε θέλουμε να ανεβεί η ανεργία επειδή είμαστε κακοί, ούτε ζητούμε από το κράτος να επέμβει, προκειμένου να ανεβεί η ανεργία (ζητούμε από το κράτος να επέμβει! τι φιλελεύθερο!). Απλώς θεωρούμε ότι οι πολιτικές τεχνητής μειώσεως της ανεργίας (δυσκολία καταγγελίας συμβάσεως εργασίας, 35ωρο στη Γαλλία, μεγάλος αριθμός εργαζομένων υπό καθεστώς μονιμότητας ή οιονεί μονιμότητας, απαγόρευση υπερωριών - με το σκεπτικό ότι οι εργοδότες θα υποχρεωθούν να προσλάβουν και άλλους εργαζομένους κ.λπ.) παράλληλα συρρικνώνουν την επιχειρηματική δραστηριότητα, η οποία είναι η μόνη ουσιαστική γενεσιουργός πηγή θέσεων εργασίας. Δηλαδή οι πολιτικές αυτές στην πραγματικότητα αυξάνουν την ανεργία. Με την απάλειψή τους είναι λογικό να έχουμε μια άμεση, προσωρινή αύξηση της ανεργίας. Ωστόσο, η επένδυση και η δημιουργία θέσεων εργασίας θα είναι, στη συνέχεια, πολύ πιο ελκυστική για τους επιχειρηματίες, με αποτέλεσμα, μεσοπρόθεσμα, να δημιουργηθούν πολύ περισσότερες νέες θέσεις εργασίας και, ως εκ τούτου, να μειωθεί η ανεργία.

[Πολλές από τις διατάξεις, ειδικά αυτές που αφορούν σε εργαζομένους ΔΕΚΟ κ.λπ., δεν έχουν καν σκοπό τη μείωση της ανεργίας, έστω και με εσφαλμένη μέθοδο - είναι απλώς αποτέλεσμα υποκύψεως των εκάστοτε κυβερνήσεων στις πιέσεις των αντίστοιχων οργανωμένων συντεχνιών]

Αυτά ως γενική θέση- μπορούμε, αν θέλουμε, να αναλύσουμε ένα-ένα τα "προστατευτικά" μέτρα του εργατικού δικαίου, ώστε να φανεί εάν τελικώς ωφελούν ή βλάπτουν την οικονομία, συνολικά, και τους εργαζομένους (προς χάριν των οποίων ετέθησαν) ειδικότερα - και να δούμε πώς οι μηχανισμοί της αγοράς μπορούν, κατά το βέλτιστο τρόπο, να επιφέρουν την αντιστοίχηση προσφοράς και ζητήσεως εργασίας.

(Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε ως σχόλιο στο αντίστοιχο forum της "Φιλελεύθερης Συμμαχίας" - στο μέλλον θα ακολουθήσει πραγμάτευση κάποιων βασικών διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας και συζήτηση για την επίδρασή τους στην αγορά εργασίας συνολικά)

Wednesday, March 07, 2007

Tο αρχείο Καβάφη

Μέσω σχολίου στο ιστολόγιο του Νίκου Δήμου βρήκα παραπομπή στο αρχείο Καβάφη, όπου και περιέχεται κατάλογος με τα ποιήματά του - έχετε τη δυνατότητα ακόμη και να ακούσετε την απαγγελία τους, κυρίως από τον Γ.Π. Σαββίδη (που νομίζω ότι είναι αρκετά πειστική). Πώς σας φαίνονται; Σας αρέσει ο Καβάφης; (Κατά τη γνώμη μου το πιο συγκλονιστικό από τα ποιήματά του είναι η "Απιστία")

Monday, March 05, 2007

Η "αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου"

Ας αφήσω τις προσωπικές ιδεολογικές μου προτιμήσεις. Το Σύνταγμά μας, πριν την αναθεώρησή του το 2001, έγραφε, στο άρθρο 25: "Τα δικαιώματα του ατόμου, ως ανθρώπου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου, τελούν υπό την εγγύηση του κράτους". Αυτή η διάταξη έδινε κάποιες γραμμές για την ερμηνεία της εννοίας της "αξίας του ανθρώπου", την οποία οφείλει να προστατεύει και να σέβεται η Πολιτεία. Μας έλεγε, δηλαδή, ότι το κράτος δεν προστατεύει απλώς, αλλά εγγυάται τα ατομικά δικαιώματα - μια κατεύθυνση, δηλαδή, αρκετά φιλελεύθερη.

Τι όμως ήλθε να προσθέσει ο δαιμόνιος Βενιζέλος το 2001; Άλλαξε ελαφρώς τη διατύπωση, η οποία πλέον ανέφερε: "Τα δικαιώματα του ατόμου ως ανθρώπου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του κράτους". Δηλαδή στην εξίσωση προστίθεται και η "αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου". Και, όσο σαφή είναι τα ατομικά δικαιώματα (καθώς το Σύνταγμα τα απαριθμεί στα προηγούμενα άρθρα του), τόσο ασαφής είναι η έννοια του "κοινωνικού κράτους δικαίου".

Φυσικά, όταν μια νομική διάταξη είναι ασαφής, ειδικά σε ζήτημα προστασίας από το κράτος, το ίδιο το κράτος είναι που κρατά το μαχαίρι, αλλά και το πεπόνι. Ποιος θα ορίσει ότι μια διάταξη, η οποία θίγει κάποιο ατομικό δικαίωμα (κυρίως σχετιζόμενο με την ιδιοκτησία) δεν γίνεται στα πλαίσια του κοινωνικού κράτους δικαίου; Μα, φυσικά, η εκτελεστική εξουσία, δηλαδή το κράτος. Και η κρίση του αυτή δε θα υπάγεται εύκολα σε δικαστικό έλεγχο, καθώς θα είναι πολιτική επιλογή η πρόταξη του ατομικού δικαιώματος ή του αποτελέσματος που θα συνάδει με την "αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου".

Και, αν κάποιος αμφισβητήσει τη σκοπιμότητα της διατάξεως αυτής, θα του πουν: "Μα, καλά, δε θέλεις νάχουμε κοινωνικό κράτος δικαίου; Είναι δυνατόν;" - και, όπως συμβαίνει σε όλες τις συνθηματολογικές έννοιες, η ερώτηση αυτή δεν θα μπορεί να απαντηθεί σύντομα, πριν, δηλαδή, ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε ως "κοινωνικό κράτος δικαίου". Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι σαφής η υποχώρηση της εγγυήσεως των ατομικών δικαιωμάτων (που προϋπήρχε) με την υιοθέτηση και αυτής της αρχής, καθώς εξισώθηκαν τα δικαιώματα του ατόμου (και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου) με τη δυνατότητα του κράτους να επεμβαίνει στη ζωή μας, την κοινωνία μας και τις αποφάσεις μας. Η δυνατότητα αυτή, πλέον, τελεί υπό την εγγύηση του κράτους.

Sunday, March 04, 2007

Σεβασμός της αξίας του ανθρώπου - ο ρόλος της Πολιτείας

Συνεχίζοντας από το προηγούμενο post, με αφορμή την υπόθεση του Big Brother (μπορούμε να βρούμε κι άλλες παρόμοιες), αναρωτιέμαι πώς να ερμηνεύσω τη σχετική απόφαση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων - πάνω-κάτω μου φαίνεται ότι λέει τα εξής προς τους παίκτες:

"Ως συνάνθρωποι (και προφανώς σοφότεροι από εσάς) ντρεπόμαστε για τις ενέργειές σας, οι οποίες προσβάλλουν συνολικά την ανθρωπότητα. Δεν μπορούμε να ανεχόμαστε άλλοι άνθρωποι να υπόκεινται στη διαδικασία του Big Brother. Και αν είχατε το μυαλό που κουβαλάμε εμείς, θα το καταλαβαίνατε κι εσείς, θα βλέπατε τι αναξιοπρεπή πράγματα σας αναγκάζουν να κάνετε".

Αναφέρομαι στην απόφαση αυτή, στην οποία παρέπεμψα στο προηγούμενο post, επειδή το σκεπτικό της είναι πολύ χαρακτηριστικό μιας ανελεύθερης, προστατευτικής και πατερναλιστικής αντιλήψεως για το ρόλο του κράτους. Μας εμπνέει, μας ενώνει, μας οδηγεί αλλά και μας αποτρέπει από το να κάνουμε κακό στους εαυτούς μας και να φερόμαστε κατά τρόπο αναξιοπρεπή. Επεμβαίνει εκεί, όπου κρίνει ότι είτε είχαμε πολύ μεγάλη οικονομική ανάγκη και υποχρεωθήκαμε να φερθούμε αναξιοπρεπώς είτε, όπως στην προκειμένη περίπτωση, εκεί όπου η Πολιτεία έκρινε ότι, λίγο ως πολύ, δεν ξέρουμε τι μας γίνεται (σημειώνω ότι δεν τέθηκε σε καμμία περίπτωση ζήτημα παραβιάσεως δικαιωμάτων άλλων, οπότε και η υπόθεση θα είχε εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα).

Αυτές οι τελευταίες δυο σκέψεις μου προκαλούν σύγκρυο: η Πολιτεία κρίνει πώς θα ζούμε όχι για να προστατεύσει δικαιώματα άλλων, αλλά καθαρά για το δικό μας καλό. Ή, για να το ξαναθέσω έτσι, η Πολιτεία είναι πιο σοφή από κάποιους από εμάς.

Το πρώτο ερώτημα που έρχεται στο νου του καθενός είναι: ποια είναι η Πολιτεία; Ποιοι την αποτελούν; Η απάντηση είναι ότι την Πολιτεία συγκροτούν άνθρωποι, όπως όλοι μας, σε θεσμικά καθορισμένους ρόλους. Δεν την αποτελεί ούτε κάποιο ανώτερο πνεύμα, ούτε κάποιος αόρατος υπολογιστής, ο οποίος έχει τροφοδοτηθεί με ιδέες "αξιοπρέπειας" και τον αντίστοιχο μετρητή. Η αντίληψη που επικροτεί την επέμβαση της Πολιτείας στη ζωή μας για το καλό μας θεωρεί εκ των προτέρων ότι οι άνθρωποι αυτοί, που έχουν καταλάβει τους συγκεκριμένους θεσμικούς ρόλους (εν προκειμένου, αυτοί που στελεχώνουν την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων), είναι σε θέση να κρίνουν καλύτερα από εμάς τους ίδιους τι συνιστά αξιοπρεπή συμπεριφορά και τι όχι.

Το επόμενο βήμα ενδεχομένως είναι να κρίνουν και ποιες ιδέες μπορούν να εκφράζονται ενώπιόν μας, γιατί, όπως υπάρχει ο φόβος για τις αναξιοπρεπείς πράξεις, οφείλουμε να προστατευθούμε και από ιδέες που θα μας διαφθείρουν και θα μας οδηγήσουν σε τέτοιες αναξιοπρεπείς πράξεις. Πώς θα μπορούμε να κρίνουμε μόνοι μας; Αφού ήδη κάποιοι από εμάς είχαν αρχίσει να δρουν "αναξιοπρεπώς" κι ευτυχώς βρέθηκε η Αρχή και τους σταμάτησε. Αν το προχωρήσουμε πιο πέρα, αφού υπάρχουν αυτοί οι ανώτεροι άνθρωποι, που ξέρουν καλύτερα από εμάς, μήπως πρέπει να αναλάβουν εξ ολοκλήρου και τη διαδικασία ψηφοφορίας κατά τις εκλογές; Κι αν ψηφίσουμε κάτι το αναξιοπρεπές; Επαναλαμβάνω τη συνταγματική διατύπωση: "Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας". Όχι μια απλή υποχρέωση, ούτε καν μια από τις βασικές υποχρεώσεις, αλλά την πρωταρχική υποχρέωση. Και η Πολιτεία είναι συνεπής προς την υποχρέωσή της αυτή όταν κάποια όργανά της αναλαμβάνουν να κάνουν επιλογές, οι οποίες κατ' αρχήν θάπρεπε να είναι δικές μας, αλλά υπάρχει ο φόβος να θίξουν την αξία του ανθρώπου, σύμφωνα με την παραπάνω λογική!

Δεν χρειάζεται καν, νομίζω, να μπω στη συζήτηση του τι γίνεται όταν τα πρόσωπα που έχουν αντίστοιχο θεσμικό ρόλο έχουν κακές προθέσεις, εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα, εκμεταλλευόμενοι την εξουσία τους κ.λπ. - γιατί θα ήταν σαν να δικαιολογώ τέτοιες επεμβάσεις, εάν τα όργανα της Πολιτείας είναι σοφά, αμερόληπτα κ.λπ. Απλώς θέλω να επισημάνω ότι η ανθρώπινη αυτονομία, η δυνατότητα του κάθε ανθρώπου, του κάθε ατόμου να αποφασίζει για τη ζωή του, για τη συμπεριφορά του (στο βαθμό που δε θίγει άλλους), αυτές αποτελούν το θεμέλιο της αξίας του ανθρώπου. Αποτελούν, στο κάτω-κάτω, και το θεμέλιο της Δημοκρατίας, στην οποία κάθε πολίτης έχει από μία ψήφο, χωρίς να εξετάζεται η οικονομική του κατάσταση, το μορφωτικό του επίπεδο, ενώ οι ιδέες διαδίδονται ελεύθερα, ώστε οι ίδιοι οι πολίτες να κρίνουν ποιες να υιοθετήσουν και ποιες να απορρίψουν. Κι όμως! Ακόμη και μια τέτοια αυτονόητη αρχή, όπως αυτή του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου, μπορεί να υποστεί τέτοια στρέβλωση και, ουσιαστικά, να αντιστραφεί το περιεχόμενό της.

Thursday, March 01, 2007

Σεβασμός της αξίας του ανθρώπου - πρώτη τοποθέτηση προβληματισμών

Σύμφωνα με το Σύνταγμά μας, "Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελούν την πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας". Η διατύπωση αυτή έχει ερμηνευθεί από πολλά Δικαστήρια και Ανεξάρτητες Αρχές αλλά και νομομαθείς και άλλους συγγραφείς με πολλούς και διαφόρους τρόπους - η επίκληση της ίδιας αυτής αρχής οδηγεί σε εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους συμπεράσματα.

Εκ πρώτης όψεως η διάταξη αυτή είναι απολύτως φιλελεύθερη. Σεβασμός και προστασία της αξίας του ανθρώπου (από μέρους της Πολιτείας) σημαίνει, κατ' αρχήν, τις λιγότερες δυνατές επεμβάσεις της Πολιτείας στη ζωή του. Τι άλλο θα μπορούσε να σημαίνει σεβασμός, παρά εμπιστοσύνη στις προσωπικές επιλογές του καθενός, αποδοχή τους (στο βαθμό που δεν επηρεάζουν άμεσα άλλους);

Υπάρχει όμως και ο αντίλογος: επισημαίνεται, εν πρώτοις, ότι η διάταξη αναφέρει την αξία του "ανθρώπου" και όχι του "ατόμου". Η ίδια άποψη υποστηρίζει ότι η αξία του ανθρώπου συγκρούεται με την αξία του ατόμου, συνεπώς είναι καθήκον, υποχρέωση της Πολιτείας να επεμβαίνει στις ατομικές συναλλαγές (υπό την ευρύτερη δυνατή έννοια) και να διορθώνει καταστάσεις, οι οποίες θίγουν την αξία του ανθρώπου. Στις περιπτώσεις αυτές η επέμβαση της Πολιτείας μπορεί να είναι ακόμη και αντίθετη με τη βούληση του ατόμου - θεωρείται ότι σε τέτοιες καταστάσεις η βούληση του ατόμου να κάνει κάτι που θίγει την ίδια του την αξιοπρέπεια προήλθε από ανάγκες (συνήθως οικονομικές) και δεν διαμορφώθηκε ελεύθερα - ή απλώς ότι δεν μας ενδιαφέρει τι κάνει ο άλλος και γιατί το κάνει, πρέπει να πάψει να το κάνει, επειδή θίγει την ανθρώπινη αξία.

Με ένα τέτοιο σκεπτικό η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων έκρινε ότι η προστασία της ανθρώπινης αξίας, ως υποχρέωση της Πολιτείας, είναι υπέρτερη της βούλησης των παικτών που συμμετείχαν στο "Big Brother" (οι οποίοι, πάνω - κάτω, δεν καταλαβαίνουν τι τους γίνεται).

Κάποιοι άλλοι χρησιμοποιούν την αρχή αυτή για να δικαιολογήσουν το σύνθημα "οι άνθρωποι πάνω από τα κέρδη" και τη συναφή επιβολή περιορισμών εις βάρος της οικονομικής ελευθερίας, η οποία αναγκαίως (κατ' αυτούς) συγκρούεται με την ανθρώπινη αξία.

Ας ξεκινήσουμε ένα σχετικό διάλογο - ποια από τις παραπάνω θέσεις σας φαίνεται ότι πλησιάζει πιο κοντά στην πραγμάτωση της "ανθρώπινης αξίας"; Πιστεύετε ότι μπορεί να ορισθεί η ανθρώπινη αξία με κάποιον τρόπο; Ή ότι η υπεροχή του ατόμου συγκρούεται με την παραπάνω αρχή;